Πως χρησιμοποίησαν τα σπρεντς για να επιβάλλουν τη λιτότητα



Επιστημονική δημοσίευση του Paul De Grauwe που δείχνει ότι η λιτότητα επιβλήθηκε στις PIIGS, με την απειλή των σπρεντς και του  "συναισθήματος" των αγορών. Αλλά, είναι η ίδια η ΕΚΤ με τις πολιτικές της αυτή που καθορίζει τα σπρεντς και όχι οι κυβερνητικές πολιτικές αυτές καθαυτές.

Ο Πολ Κρούγκμαν συγκρίνει τη δημοσιονομική λιτότητα με τις  μεσαιωνικές "θεραπείες", τις  αφαιμάξεις του αίματος του ασθενή. Ο Paul De Grauwe και ο Ji Yuemei σε πρόσφατο άρθρο τους [link] είναι περισσότερο διπλωμάτες, αλλά με βάση τα συμπεράσματα τους μπορούμε να καταλήξουμε σε  πιο ακριβή συμπεράσματα για τα αίτια μιας τόσο κραυγαλέας αποτυχίας.

Σύμφωνα,λοιπόν, με τους δύο οικονομολόγους, οι κυβερνήσεις επέλεξαν να βασιστούν στο "συναίσθημα" των αγορών παρά στη λογική. Το αποτέλεσμα ήταν να επιβληθεί σκληρή λιτότητα, χωρίς όμως και να μειωθούν οι αποδόσεις των τίτλων του δημοσίου οι οποίες, όμως, μειώθηκαν μόνο μετά την παρέμβαση της ΕΚΤ.


Σπρεντς και δημόσιο χρέος
Υπάρχει ένα δόγμα, ιδιαίτερα διαδεδομένο στην δημοσιογραφία και την πολιτική, ότι οι αγορές είναι αυτές που κρίνουν ορθολογικά την υγεία των δημόσιων οικονομικών, με βάση αντικειμενικούς δείκτες και άρα τα σπρεντς είναι κάτι σαν "ψήφος" για τη βελτίωση ή την επιδείνωση των δημόσιων οικονομικών και τη συσχέτηση τους με  προσαρμογές ακόμα και επώδυνες. Αλλά κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει:

 
Το γράφημα δείχνει ότι οι μεταβολές στα σπρεντ δεν συσχετίζονται καθόλου με τις διακυμάνσεις της πιο σημαντικής,υποτίθεται, παραμέτρου,το δημόσιο χρέος.



Σπρεντς, αγορές και Mario Draghi

Με τι λοιπόν μπορούν να συσχετιστούν τα σπρεντς; Προηγουμένως, μπορείτε να δοκιμάσετε να αξιολογήσετε την άνοδο  και την κάθοδο των σπρεντς,  πριν και μετά την "αποτρεπτική" παρέμβαση της ΕΚΤ, το περιβόητο "θα κάνουμε ό, τι χρειαστεί" (
whatever it takes) του Mario Draghi, τον Ιούλιο του 2012:

 

 
Σε αντίθεση με το προηγούμενο, το γράφημα αυτό δείχνει μια έντονη συσχέτιση μεταξύ του αρχικού σπρεντ, πριν τη δήλωση Draghi , και την μείωση που ακολούθησε: με άλλα λόγια, οι χώρες που είδαν τα σπρεντ να ανεβαίνουν περισσότερο ήταν οι ίδιες που τα είδαν να πέφτουν αισθητά.Επομένως, οι αγορές στοιχηματίζουν "εναντίον" ορισμένων χωρών (για την έξοδο τους από το ευρώ), όταν όμως η δυνατότητα να στοιχηματίσουν μειώθηκε λόγω των "εγγυήσεων", ακόμα και δυνητικά, της ΕΚΤ, τότε οι ίδιες χώρες που αποτέλεσαν τον βασικό στόχο των αγορών, ήταν οι ίδιες που ευνοήθηκαν (σχετικά) περισσότερο. Με την Ιταλία πρώτη και καλύτερη, πέρα από λιτότητα ή αξιοπιστία της κυβέρνησης Μόντι.


Τα σπρεντς ως "πολιτική" αιτία  για τη λιτότητα

Το τελευταίο ενδιαφέρον σημείο της εργασίας των  De Grauwe-Ji είναι η συσχέτιση  μεταξύ σπρεντς και λιτότητας.
 
 
Μεγαλύτερη λιτότητα συμπίπτει με υψηλότερα σπρεντς. Επομένως οι κυβερνήσεις, όσο ανέβαιναν τα επιτόκια , τόσο πιο δραστικά μέτρα λιτότητας υιοθετούσαν. Αλλά, όπως είδαμε, οι κινήσεις των κυβερνήσεων είχαν να κάνουν με τις εντάσεις στις αγορές και την παρέμβαση της  ΕΚΤ που ακολούθησε και όχι με το δημόσιο χρέος. Στην ουσία,δηλαδή,  προσπάθησαν να συγκρατήσουν τα ελλείμματα και το δημόσιο χρέος, υποστηρίζοντας ότι το πρόβλημα των αγορών ήταν οι "σπατάλες" των κρατών, ενώ στην πραγματικότητα το χρέος αυτό καθαυτό δεν φαίνεται να επηρέασε καθόλου τα σπρεντς. Επομένως, η επιλογή ήταν πολιτική, και όχι τεχνικοοικονομικής φύσης. Η ίδια η ΕΚΤ δεν είναι διόλου άσχετη με την πολιτική χρήση των σπρεντς.

Κάποιοι υποστήριξαν ότι οι χρηματοπιστωτικές αγορές έγιναν  η  μη εκλεγμένη "μόνιμη γερουσία", η οποία αποφασίζει τις οικονομικές πολιτικές των κρατών. Αλλά, εκ των υστέρων, μπορούμε να κάνουμε με βάση τα γεγονότα, και μια διαφορετική υπόθεση: ότι η απειλή των αγορών χρησιμοποιήθηκε από τους φορείς χάραξης πολιτικής, ανεξάρτητα από τους λόγους που επηρέασαν την πορεία των τίτλων του δημοσίου στις ίδιες τις αγορές, προκειμένου να επιβάλουν εκείνα τα προγράμματα λιτότητα και αυτές τις μεταρρυθμίσεις που σε διαφορετική περίπτωση θα ήταν αδύνατον να γίνουν αποδεχτές.