Χωρίς την ηρωίνης τους,οι αγορές καταρρέουν




Από τότε που ο Ben Bernanke έβαλε χρονικό όριο στις "ενέσεις ρευστότητας" τα χρηματιστήρια ακολούθησαν μόνο μία πορεία : την πτωτική. Σήμερα είναι η τέταρτη ημέρα πτώσης.

 Το πλήγμα ήταν πολύ μεγάλο για να μπορέσει να απορροφηθεί τόσο εύκολα. Σε τελευταία ανάλυση η χρονιά  που μας πέρασε ήταν μια χρονιά "ηρεμίας"  για τα χρηματιστικά κεφάλαια μόνο και μόνο επειδή οι τεράστιες ενέσεις ρευστότητας (και η ΕΚΤ συνέβαλε σ’ αυτό, ακόμη και σε μικρότερο βαθμό, με τη μορφή άτοκων δανείων) έφεραν εύκολα κέρδη: οι τράπεζες καθάρισαν τους ισολογισμούς τους, ξεφορτώνοντας ένα μέρος από τα  "σκουπίδια" τους, μπορούσαν να πάρουν χρήμα με μηδενικό επιτόκιο και να το δανείσουν με "θετικό", σε ορισμένες μάλιστα περιπτώσεις (π.χ.Ιταλία) άγγιζαν τα όρια της τοκογλυφίας.

Το πρόβλημα ήταν ότι δεν είχαν πού να επενδύσουν όλη αυτή τη ρευστότητα. Η πραγματική οικονομία στο σύνολο της- πέρα από κάποιους θύλακες - αντιμετωπίζει προβλήματα υπερπαραγωγής, οπότε δεν χρειάζεται  δάνεια για επενδύσεις, σε ιδιαίτερα μεγάλο βαθμό. Ετσι, το μόνο που έμενε ήταν οι αγορές μετοχών και τα κρατικά ομόλογα.
Ο Bernanke έκανε το θαύμα του. Ακόμη και τα γερμανικά ομόλογα άρχισαν να πουλιούνται , περισσότερο και από τα ιταλικά. Πώς κι έτσι; Εντωμεταξύ έβγαζες ένα καλό κέρδος αν πουλούσες αμέσως (η τιμή των γερμανικών ομόλογων  ήταν πλέον τέτοια που έδινε  "μηδενική απόδοση", οπότε δεν συνέφερε να τα κρατήσεις κι άλλο), και, δεύτερον, επέστρεψε η υποψία ότι το ευρώ δεν είναι και τόσο καλά όσο ο  Draghi και το Eurogroup  δείχνουν να πιστεύουν. Μπορεί να είχαμε τη διάσωση της Κύπρου (που κατέληξε μεταξύ άλλων με την υποχρεωτική εισφορά των τρεχούμενων  λογαριασμών, ένα είδος  "απόλυτου όπλου "  κατά των ντόπιων επενδυτών), αλλά η επιστροφή  μιας ενδεχόμενης στάσης πληρωμών της Ελλάδας –σε συνδυασμό με μια κάπως σοβαρή εσωτερική πολιτική κρίση - δεν θα μπορούσε να περάσει απαρατήρητη.
Η "διαφυγή από τον κίνδυνο" αφορούσε – κάπως τρελό- ακόμα και τον χρυσό που έπεσε κάτω από 1.300 δολάρια την ουγγιά (είχε φτάσει σχεδόν τα 2.000), επιβραβεύοντας έτσι– τρόπος του λέγειν - το αμερικανικό δολάριο, το αυτοκρατορικό νόμισμα που λειτουργεί έτσι όχι μόνο σαν  λογιστική μονάδα και μέσο πληρωμής, αλλά και σαν αποθεματικό νόμισμα. Μια "καλή" θέση όπου μπορείς να παρκάρεις περιμένοντας να δεις αν  τα σύννεφα στον ορίζοντα αραιώσουν.

Μια "επιβράβευση"  τρόπος του λέγειν, επειδή όπως τόνιζαν, το "καταφύγιο" του δολαρίου ανεβάζει την τιμή του, βάζοντας έτσι σε κίνδυνο την οικονομική ανάπτυξη στις Ηνωμένες Πολιτείες που μόλις είχε αρχίσει να ανακάμπτει  κάπως λόγω του αδύναμου δολαρίου που έκανε πιο εύκολες τις εξαγωγές.

Αλλά αυτός που μπορεί να πληρώσει πολύ ακριβά την επιλογή του Bernanke είναι η Ιαπωνία, η οποία παραμένει ένας από τους πυλώνες της παγκόσμιας οικονομίας. Η επιλογή του συντηρητικού Abe – να τυπώσει γιεν για να το υποτιμήσει και ως εκ τούτου να αυξήσει τις εξαγωγές και  να βγει από τον αποπληθωρισμό στοχεύοντας σε ετήσιο ρυθμό πληθωρισμού 2 % - απειλεί να πάρει αυτοκτονικές διαστάσεις. Με την Κίνα και την Ευρώπη σε εμφανή επιβράδυνση, το Τόκιο θα ήθελε τις ΗΠΑ να παίξουν το ρόλο της ατμομηχανής για κάποιο χρονικό διάστημα, τουλάχιστον όσον αφορά την απορρόφηση των εξαγωγών τους. Αλλά αν οι ΗΠΑ πάνε καλά, τότε ο Bernanke μπορεί να κλείσει νωρίτερα από το αναμενόμενο τη βρύση της ρευστότητας. Και τότε για τα ιαπωνικά προϊόντα η αγορά των ΗΠΑ θα γίνει ξαφνικά λιγότερο φιλόξενη.

Όλα αυτά τα ονομάζουμε "αντιφάσεις" και  τον όρο αυτό, σήμερα, έχουν αρχίσει να τον χρησιμοποιούν ακόμα και οι ναυαρχίδες των καπιταλιστικών μμε.

Το πρόβλημα είναι ότι, για να ξεπεραστεί αυτή "η αντίφαση", δεν υπάρχει  πλέον κανένας που να διαθέτει το κατάλληλο μοντέλο ανάπτυξης για το σκοπό αυτό. Στο χώρο του καπιταλισμού, τουλάχιστον. Έτσι, συνεχίζουν να πλέουν  χωρίς πυξίδα, με την ελπίδα ότι η διακοπή της  πηγής της ρευστότητας δεν θα οδηγήσει σε λουτρά αίματος. Μπορεί να γίνει κάτι τέτοιο; Σύμφωνα με τον Richard Koo του Nomura
Institute (Τράπεζα Nomura), όχι, "υπάρχουν πολύ λίγες πιθανότητες η εγκατάλειψη των πολιτικών  ποσοτικής χαλάρωσης να περάσουν  ανώδυνα."

Πόσος πόνος, ακόμα;