Ε. Μπιτσάκης: Οι θύελλες της προόδου και τα ηθικά διλήμματα



 

Ο Ευτύχης Μπιτσάκης είναι ένα από πρόσωπα εκείνα που συνδέουν σαν ραχοκοκαλιά πολλές γενιές της χώρας μας, ενσωματώνοντας την πείρα των πιο κρίσιμων ιστορικών περιόδων που καθόρισαν την εξέλιξή της.

Γεννημένος το 1927 στο χωριό Κάδρος της Κρήτης, εντάχθηκε από μικρός στο αριστερό μαθητικό κίνημα.

Στα χρόνια του Εμφυλίου καταδικάστηκε σε πολυετή φυλάκιση, ενώ στην περίοδο της δικτατορίας πήρε μέρος στο αντιδικτατορικό κίνημα της Ευρώπης ως μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ, από το οποίο αποχώρησε το 1989 «μετά τη συνεργασία του με τη Δεξιά», όπως έγραψε ο ίδιος.

Με σπουδές χημείας, θεωρητικής φυσικής και φιλοσοφίας συμμετείχε διαχρονικά στις πολιτικές και θεωρητικές ζυμώσεις του αριστερού κινήματος, συμβάλλοντας με τον δικό του, μοναδικό τρόπο στην προσπάθεια να αρθρωθεί και να συγκροτηθεί μια αριστερή εναλλακτική πρόταση που θα παίρνει υπόψη της τόσο τις σύγχρονες εξελίξεις στον καπιταλισμό όσο και την τραυματική εμπειρία του πρώην «υπαρκτού σοσιαλισμού».

Οι προσπάθειες αυτές αποκρυσταλλώθηκαν σε θεωρητικά περιοδικά που εξέδωσε («Σύγχρονα Θέματα», «Διαλεκτική», «Ουτοπία»), αλλά και σε πολλά βιβλία πολιτικού και φιλοσοφικού στοχασμού.

Τελευταίο του βιβλίο, το οποίο κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις ΚΨΜ, είναι «Οι θύελλες της προόδου», ένα έργο που συνοψίζει αλλά και αναπτύσσει προβληματισμούς που έχει επεξεργαστεί στο παρελθόν ο Μπιτσάκης.

Στον πυρήνα του βρίσκεται η έννοια-ιανός της «προόδου», τόσο στην ιστορική της διάσταση, ως μια έννοια του αφηρημένου αστικού ανθρωπισμού, όσο και στην εξέλιξή της στη φιλοσοφία και στον μαρξισμό.
Η ασύστολη αναπτυξιολαγνεία

Με μια στιβαρή ανάλυση, ο συγγραφέας δείχνει τις ψευδαισθήσεις της προόδου, αλλά και την έκπτωσή της σε μια καθαρά ποσοτική έννοια, μέσα από την ασύστολη αναπτυξιολαγνεία του αρπακτικού καπιταλισμού, σε σημείο που να ταυτίζεται η «πρόοδος» με την «οικονομική μεγέθυνση».

Αυτή η ποσοτικοποίηση πηγάζει, μας λέει ο Μπιτσάκης, από τη γενικευμένη εμπορευματικοποίηση και την επιθετική στάση προς τη φύση, την οποία ο καπιταλισμός αντιμετωπίζει ως απλό καύσιμο για την αέναη επέκτασή του.

Ποιος είναι ο συνδετικός κρίκος ανάμεσα στο κυρίαρχο σύστημα και το φυσικό του περιβάλλον;

Φυσικά τα εργαλεία, απαντά ο συγγραφέας, θυμίζοντάς μας τον ορισμό του ανθρώπου ως του ζώου που χρησιμοποιεί εργαλεία για να προσποριστεί τους φυσικούς πόρους.

Με τον τρόπο αυτό μας εισάγει στο θέμα της τεχνολογίας και της σχέσης της με τον άνθρωπο και τη φύση, σχέση που αναλύει διεξοδικά και εξαντλητικά, καταλήγοντας στο θέμα της κλιματικής αλλαγής και της σημερινής μετάλλαξης αυτού που ο Μαρξ ονομάζει «μεταβολισμό ανθρώπου – φύσης».

Εδώ μας θυμίζει ότι ο Μαρξ δεν έπεσε στην παγίδα του αστικού επιστημονισμού, επικαλούμενος τις αναλύσεις των «Χειρογράφων του 1844», αλλά και το «Κεφάλαιο» και γεφυρώνοντας έτσι τα νεανικά με τα «ώριμα» έργα του Γερμανού φιλοσόφου και επαναστάτη.

Κυρίως υπογραμμίζει τις αναλύσεις του για την αλλοτρίωση και την αποξένωση, αντινομίες για την ιστορική άρση των οποίων οι άνθρωποι πρέπει να αγωνιστούν συνειδητά και με πρόγραμμα.

Ιδιαίτερη μνεία κάνει ο Μπιτσάκης στο θέμα της πυρηνικής ενέργειας ως φορέα ελπίδων για το ενεργειακό πρόβλημα, αλλά και ως διάψευση αυτών των ελπίδων μέσα από τα τραγικά ιστορικά γεγονότα του τέλους του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου, με τον βομβαρδισμό της Χιροσίμα και του Ναγκασάκι, και τα πιο σύγχρονα, με τους βομβαρδισμούς της πρώην Γιουγκοσλαβίας και του Ιράκ.

Με ιστορικές αναφορές στη στάση επιφανών φυσικών επιστημόνων, από τον Αϊνστάιν μέχρι τον Σλίζαρντ και τον Οπενχάιμερ, και στο Σχέδιο Μανχάταν για την ατομική βόμβα, θέτει το πρόβλημα της ηθικής ευθύνης των επιστημόνων στη σύγχρονη καπιταλιστική κοινωνία, στην οποία η επιστήμη βρίσκεται στα χέρια ανεύθυνων πολιτικών ή μεγάλων ιδιωτικών συμφερόντων.

Ο συγγραφέας, με αφορμή τους κινδύνους από τις σύγχρονες εξελίξεις στην επιστήμη (πυρηνική, βιολογία, βιοτεχνολογία, χημεία, γενετική κ.λπ.), επισημαίνει την ανάγκη κοινωνικού ελέγχου στις επιστημονικές έρευνες και ανάπτυξης της συνείδησης ότι ζούμε σ’ έναν πεπερασμένο και εύθραυστο πλανήτη, με ό,τι αυτό συνεπάγεται.

Οσο για το ευρύτερο κοινωνικό ζήτημα, υπενθυμίζει ότι δεν υπάρχει μια ευθύγραμμη, ντετερμινιστική εξέλιξη, αλλά ότι πρέπει να αντιμετωπίζουμε την ιστορία ως ένα «πεδίο δυνατοτήτων».

Για τον άνθρωπο, αναφέρει ότι η ανθρώπινη φύση είναι βασικά βιολογική, ενώ η ανθρώπινη ουσία (κατά τον Μαρξ) είναι το σύνολο των κοινωνικών του σχέσεων.

«Ομως όχι μόνο αυτό», προειδοποιεί: «Η ουσία του καθορίζεται από το σύνολο των κοινωνικών σχέσεων όχι γραμμικά, αλλά μέσα από ποικίλες διαμεσολαβήσεις και σε οργανική αλληλεξάρτηση με τη βιολογική του φύση».

Πέρα από ισοπεδωτικές ή απλουστευτικές θεωρήσεις, ο Μπιτσάκης θέτει και το ζήτημα του σοσιαλισμού ως υπέρβαση του σημερινού συστήματος, συνδυάζοντάς το όμως και με το οικολογικό πρόβλημα.

Τονίζει πως παρότι η σχέση ανθρώπου-φύσης είναι μια δευτερεύουσα και παράγωγη αντίθεση της βασικής αντίθεσης κεφάλαιο-εργασία, σήμερα τείνει να την επικαλύψει.

Ως εκ τούτου, θεωρεί ότι μια πολιτική οικολογία με σαφές αντικαπιταλιστικό περιεχόμενο μπορεί να πάρει τη μορφή μιας συμμαχίας των ριζοσπαστικών κοινωνικοπολιτικών κινημάτων με το οικολογικό κίνημα.

Συμπληρώνει έτσι την εξίσωση «η ιστορία είναι πεδίο δυνατοτήτων» με το δεύτερο μέρος, ότι δηλαδή «σ’ αυτήν (την ιστορία) ενεργό ρόλο και ενίοτε αποφασιστικό παίζει ο υποκειμενικός παράγοντας».

*Ο πίνακας του Πολ Κλέε “Angelus Novus” (δεξιά στην εικόνα, κάτω από το εξώφυλλο) ενέπνευσε τον Βάλτερ Μπένγιαμιν για τον Άγγελο της Ιστορίας, στην ένατη θέση για τη Φιλοσοφία της Ιστορίας. Ο τίτλος του Μπιτσάκη είναι παραλλαγή του τέλους της παραγράφου, όπου ο Μπένγιαμιν λέει ότι “αυτό που εμείς αποκαλούμε πρόοδο, είναι αυτή η θύελλα”.

Δυσχερείς μετακινήσεις επί της Εθνικής Οδού




 national road

Τα απανωτά εγκαίνια στις Εθνικές Οδούς θα συνεχιστούν και μετά το Πάσχα. Χάρηκα αφάνταστα που (σχεδόν) ολοκληρώθηκαν τα έργα. Το κύριο αίσθημα που εμπνέομαι από έναν (σχεδόν) καλοφτιαγμένο, (σχεδόν) ασφαλή δρόμο είναι (σχεδόν) ευγνωμοσύνη. Ιδού, η κοινωνία μας έφτιαξε κάτι που προσφέρεται (σχεδόν) σε όλους. Επιτέλους, προχωράμε (σχεδόν) ανεμπόδιστοι. Πολλά εμπόδια μας φράζουν - ψυχικά, συμβολικά και ουσιαστικά. Ας βλέπουμε τουλάχιστον έναν δρόμο ανοιχτό.

Όταν ανέλαβα στο πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, συνειδητοποίησα αμέσως ότι τα αγαπημένα μου Ιωάννινα δύσκολα επικοινωνούσαν με την πρωτεύουσα. Ο δρόμος: 450 χιλιόμετρα ατόφιας χρονικής και ψυχολογικής περιπέτειας. Η ονομασία «Εθνική Οδός» για το ασφαλτοστρωμένο γραφικό μονοπάτι ήταν εξωφρενικός ευφημισμός. Ανάλογος με άλλους ευφημισμούς όπως «δημοκρατία», «αντικειμενική ενημέρωση», «πολιτικοί ηγέτες», «αξιοκρατία».

Προσπάθησα να δω τη δυσχέρεια μετακίνησης σαν προσόν. Είμαστε ευτυχώς αποκομμένοι από το σάπιο κράτος των Αθηνών, είπα. Το αφήγημα που πούλησα στον εαυτό μου, σε φίλους και συναδέλφους ήταν πως ζω σε παρθένα φύση, απροσπέλαστη. Γιατί τι είδους παρθενιά είναι αυτή που την έχεις προσιτή, του χεριού; Ζούσα υπερήφανος τον μύθο μου δίπλα στα Όρη Σουλίου. Για να φτάσεις εκεί είναι ασέβεια να χρειάζεσαι λιγότερο εκστρατευτικό χρόνο από όσο χρειάστηκε ο Αλή Πασάς.

Άλλες λύσεις μετακίνησης; Η πιθανή έλευση σιδηροδρόμου αναδυόταν ενίοτε σε φουτουριστικές συζητήσεις. Είχε τόσες πιθανότητες υλοποίησης όσες να μας πάρουν μαζί τους εξωγήινοι. Όσο για το αεροπλάνο, το αεροδρόμιο ήταν χτισμένο σε περιοχή προσεκτικά επιλεγμένη για την ακαταλληλότητά της. Η ομίχλη συχνή, οι ακυρωμένες πτήσεις συχνότερες, άλλες πτήσεις επιστρέφανε αδυνατώντας να προσγειωθούν.

Οι δυσχερείς μετακινήσεις προκαλούν άμβλυνση προσδοκιών. Συνηθίζεις στην απομόνωση, δε βλέπεις, δεν ακούς. Αφιερώνεσαι στο έργο σου, στην επιστήμη εν προκειμένω. Ακόμα κι όταν η αεροσυνοδός είπε επιτακτικά «επιτέλους, κύριε, κλείστε τον υπολογιστή σας», δεν είχα καταλάβει τίποτα, απορροφημένος στα μυγάκια των υπολογισμών μου. Μη μου τους κύκλους του laptop τάραττε. Κοίταξα το ρολόι μου. «Φτάσαμε τόσο νωρίς;», την ρώτησα. «Καλά, δεν ακούσατε ότι σταμάτησε μια έλικα και προσγειωνόμαστε αναγκαστικά;». Κοίταξα από το παράθυρο. Ακριβώς δίπλα μου η έλικα, ακίνητη σαν μαρμάρινο μνημείο πεσόντων. Τότε μόνο άνοιξα τα αυτιά και άκουσα τα ψιθυριστά παρακάλια των συνεπιβατών στον άγιο Μερκούριο και στην Παναγία Δέσποινα.

Με κάτι τέτοια ξαναέκανα το λάθος, ξανάπαιρνα τον δρόμο. Η εικόνα του ξεκοιλιασμένου οδοστρώματος ανέκαθεν μετέδιδε αίσθηση οργανωμένου σαμποτάζ από δολιοφθορείς κομάντο. Τριγύρω χώματα, αναχώματα, χαρακώματα. Ο εχθρός δεν είχε κόψει τη χώρα στα δυο, την είχε κόψει στα πενήντα. Εμφανώς γίνονταν έργα. Περισσότερα έργα. Ένα έργο τελείωνε, δυο ξεκινούσανε, τρία χαλάγανε. Φιλοσοφία γεφυριού της Άρτας επαυξημένη. Όχι μόνο τη νύχτα, αλλά και τη μέρα γκρεμιζόταν. Κάποιος εμφανώς έσκαβε τρύπες, χαντάκια, κατέστρεφε ότι υπήρχε ήδη, ώστε το έργο να μην τελειώσει. Ποτέ. 


Γρήγορα εμπέδωσα ότι οι Εθνικές Οδοί είχαν κύριο σκοπό όχι να ολοκληρωθούν, αλλά να επιδεικνύουν τοις πάσι ότι επιτελούνται έργα. Ότι τα έργα είναι αφάνταστα δύσκολα, ηράκλειοι άθλοι. Αυτό δικαιολογούσε τον πολλαπλασιασμό του προβλεπόμενου κόστους. Επί δύο, επί τρία, επί πέντε, επί επτά. Η Ιόνια Οδός έχει ήδη στοιχίσει 1,7 δισ. για 196 χιλιόμετρα, η Κορίνθου-Πατρών 2,34 δισ. για 120 χιλιόμετρα. Άλλο ένα ξινό δισ. διέφυγε στα 79 χιλιόμετρα δρόμου Ξυνιάδας-Τρικάλων. Κλπ. Έκανα τον υπολογισμό: Αν οι δαπάνες μετατραπούν σε χαρτονομίσματα των 50 Ευρώ, φτάνουν να καλύψουν όλο το οδόστρωμα. Η Κορίνθου-Πατρών μόνη της στοίχισε 50 φορές την τιμή που η κυβέρνηση ξεπούλησε πρόσφατα όλους τους ελληνικούς σιδηροδρόμους (45 εκατομμύρια) στους Ιταλούς. 
 
Εμφανώς κάποιοι άρπαξαν μερικά δισεκατομμυριάκια παραπάνω. Ποιοι κυβερνώντες ευθύνονται; Εμφανώς κανένας. Από τους μερικές εκατοντάδες υπουργούς της μεταπολίτευσης μόνο ένας μπήκε φυλακή για λίγο - αλλά κι αυτός αποφυλακίζεται. Τα 200.000 Ευρώ της εγγύησης (ψίχουλα σε σχέση με τις μίζες του) βρέθηκαν από «φίλους και παλαιούς συνεργάτες» (sic). Τι συγκινητικό happy end στην απονομή δικαιοσύνης! Το μήνυμα είναι πασχαλινό, αναστάσιμο: κανένας ασύδοτος, κανένας μιζαδόρος να μη φοβάται πλέον. Κακείνω δίδωσι και τούτω χαρίζεται. Αμήν. 

Ομοίως εμπέδωσα ότι ο δεύτερος λόγος που γίνονταν οδικά έργα είναι για να εορτάζονται εγκαίνια. Εκατοντάδες εγκαίνια τελέστηκαν στην ιστορία των ελληνικών αυτοκινητόδρομων, για κάθε χιλιόμετρο που παραδόθηκε. Η λέξη «παραδόθηκε» υπενθυμίζει πως πρόκειται για εχθροπραξία. Οι εγκαινιάζοντες επιδεικνύουν τον παραδοθέντα εχθρό δρόμο. Δεμένο όχι με αλυσίδες, αλλά με κορδέλες. Ο κορδελοκόφτης ζει τον Ρωμαϊκό του θρίαμβο. Οι πολιτικοί αντίπαλοι βγάζουν πικρόχολες ανακοινώσεις ανυπομονώντας να γίνουν κορδελοκόφτες. 

Ο τρίτος λόγος που γίνονται οδικά έργα είναι για να ονομάζονται τεχνικά αξιοθέατα όπως επιθυμεί ο εκάστοτε κυβερνών. Να παραδειγματιζόμαστε σαν πολίτες από ήρωες στα μπετά. Κάνω λοιπόν τη διαδρόμη Ιωάννινα-Αθήνα για να παραδειγματιστώ. Η σημαντικότερη νέα σήραγγα στην Ιόνια Οδό ονομάστηκε «Κένταυρος Νέσσος». Μήπως κάνανε λάθος; Μήπως είχανε κατά νου τον σοφό κένταυρο Χείρωνα στο Πήλιο που δίδαξε ήρωες γνώση και αρετή; Γιατί ο Νέσσος ήταν άλλο πράγμα. Όντως έδρασε στη μυθολογία στον Εύηνο, αλλά διακρίθηκε κυρίως ως επίδοξος βιαστής. Πήγε να κλέψει τη γυναίκα του Ηρακλή. Ο ημίθεος τον σαΐτεψε, μετά τον αποτέλειωσε με ρόπαλο. Σε ποια χώρα ένας βιαστής τιμάται με δημόσιο έργο;
 
Στην Ελλάδα. Σκοτεινή σήραγγα στην Κορίνθου-Πατρών ονομάστηκε «Ανδρέας Παπανδρέου». Πανέξυπνος καθηγητής οικονομικών. Μια αναζήτηση στο Google Scholar βρίσκει μόνο κάπου 1000 αναφορές στο δημοσιευμένο έργο του. Κι όμως κατόρθωσε να κερδίσει ακαδημαϊκούς τίτλους στα καλύτερα πανεπιστήμια. Και μόνο αυτό ήδη προδηλώνει ότι όσο υστερούσε σε ουσία, τόσο υπερτερούσε σε φαίνεσθαι και πειθώ. Με τέτοια όπλα ο Ανδρέας Παπανδρέου αποπλάνησε ολόκληρο λαό. Τώρα διατίθεται και σε σήραγγα.

Άλλη σήραγγα προς τιμήν του καπετάν Νικήτα. Πολέμησε στην Αλβανία και στην αντίσταση, αλλά τελικά έγινε διάσημος κυρίως γιατί εξόντωσε στον εμφύλιο πολλούς Έλληνες ειδεχθώς. Άλλοι Έλληνες τον εξόντωσαν εξίσου ειδεχθώς: τριγυρίζανε στα χωριά το κομμένο του κεφάλι.

Σήραγγα Τεμπονέρα, του Εργατικού Αντιϊμπεριαλιστικού Μετώπου. Στη διάρκεια μιας αντικατάληψης μιας αντικατάληψης μιας μαθητικής κατάληψης, ένας ΟΝΝΕΔίτης τον δολοφόνησε με σιδερολοστό. 26 χρόνια αργότερα, έχουν αλλάξει πάρα πολλά. Τότε κυβερνούσε κάποιος κ. Μητσοτάκης, κάπου έναν χρόνο πριν γίνει πρόεδρος της ΟΝΝΕΔ κάποιος κ. Χατζηδάκης, και γινότανε χαμός από τις καταλήψεις. Σήμερα κυβερνά ο καταληψίας κ. Τσίπρας, που σύμφωνα με την φιλοφρόνηση του υπουργού του «εμπνέει όπως ο Παπανδρέου» (όρα παραπάνω). Θα τον διαδεχθούν στην κυβέρνηση οι κκ. Μητσοτάκης (υιός) και Χατζηδάκης (ο ίδιος). 26 χρόνια αργότερα, έχουν αλλάξει πάρα πολλά

Ανακύκλωση πολιτικών με ή χωρίς βία. Σήραγγα Κωστή Στεφανόπουλου. Επαγγελματίας πολιτικός, πολλά χρόνια βουλευτής και υπουργός, για κάποιους μετριοπαθής, για άλλους μέτριος, 10 χρόνια πρόεδρος δημοκρατίας. Πλέον όποιος πολιτικός δεν αποτελεί όνειδος θεωρείται Περικλής. Επί προεδρίας του (1995-2005), η Ελλάδα έζησε μυθικά: δανειοδοτημένη ψευτο-ανάπτυξη, ντοπαρισμένοι Ολυμπιονίκες, ολυμπιακών διαστάσεων σπατάλη. Ήταν αξιοπρεπής, δεν είπε τίποτε, δεν αντέδρασε, ήταν πρόεδρος.

Μια σήραγγα για δυο οπλαρχηγούς του 1821. Γενναίοι άνδρες που πολέμησαν για την ανεξαρτησία. Αλλά πάλι μπαίνω σε πειρασμό. Ο ένας έγινε ανώτατος αξιωματικός της βασιλικής χωροφυλακής, θεσμού που αποτέλεσε κύριο όργανο προ-συνταγματικής καταστολής. Ο άλλος προέρχεται από φημισμένη τοπική οικογένεια που έβγαλε 12 βουλευτές και υπουργούς, κορυφαία περίπτωση οικογενειοκρατίας.

Παράταιρος φαίνεται ο Παλαμάς να σηραγγοποιείται μαζί με τέτοια παρέα. Όμως όλοι οι νεκροί και οι μύθοι δεδικαίωνται. Στη διαδρομή συναντάμε τιμώμενους εννιάμιση άνδρες και μισό άλογο. Αφηγήματα κυρίως πολιτικής και βίας. Καμία γυναίκα, τίποτα ή ελάχιστη αναφορικότητα σε ειρήνη, δημιουργία, καινοτομία, τέχνη, πολιτισμό, γνώση εκτός κατάληψης. Με τη σήραγγα Διογένη σκέφτομαι ότι δεν έχει νόημα να ψάχνουμε τέλειους ανθρώπους, ήρωες ή αντι-ήρωες, είτε με φανάρια είτε με προβολείς ομίχλης σε τούνελ. Πιθανόν αρκετοί συμπολίτες θεωρούν ινδάλματα όσους αμφισβητώ. Το σέβομαι. Καταλαβαίνω ότι ιδεολογικές μετακινήσεις είναι πιο δυσχερείς από μετακινήσεις σε δύσβατους δρόμους. Λυπάμαι που δυσπιστώ. Όμως πολλές σκιές, πολύς άδικος θάνατος μαζεύτηκε, δεν ξέρω τι γιορτάζουμε πλέον. Η σήραγγα Πάνου Μυλωνά ονομάστηκε από τον ταλαντούχο φοιτητή που σκοτώθηκε το 2004 σε τροχαίο. Το όνομά του φέρει επίσης αξιόλογο Ίδρυμα Οδικής Ασφάλειας. Παρά τη διαχρονική μείωση, από το 2004 έχουν σκοτωθεί από τροχαία 16 χιλιάδες άνθρωποι στην Ελλάδα και έχουν τραυματιστεί βαριά 22 χιλιάδες και ελαφρά πάνω από 200 χιλιάδες. 


Τελικά ποιο παράδειγμα καλείται να μιμηθεί ο πολίτης; Να γίνει βιαστής, οικονομολόγος αποτυχημένης οικονομίας, λαοπλάνος, συμβιβασμένος που τα έχει καλά με όλους, φονιάς και φονευμένος, να σκοτωθεί σε κατάληψη, να διαλέγει πιο προσεκτικά σε ποια οκογένεια θα γεννηθεί, να φροντίσει να χαθεί σε τροχαίο, να παραδεχτεί ότι δεν υπάρχουν άνθρωποι;


Ψάχνω ακόμα να βρω πράγματα να μας ενώνουν, όχι να μας χωρίζουν. Όπως είναι ένας ανοιχτός δρόμος όπου μόνο εμπόδιο είναι ο ορίζοντας. Διαβάζω όμως ότι στην Ιαπωνία θα κτίσουν 45 νέους ουρανοξύστες στο Τόκιο το 2017-2020. Με τα ίδια περίπου χρήματα ίσως ολοκληρωθούν στο ίδιο διάστημα λίγα χιλιόμετρα οδικού δικτύου που αντιστέκονται ακόμα ημιτελή στην (σχεδόν) τελειωμένη Εθνική μας Οδό. Θα πούμε τότε ότι ολοκληρώθηκε. Ότι τετέλεσται. Θα ακολουθήσουν, τι άλλο, τα εγκαίνια.